Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

ΟΙ ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΩΝ ΜΙΣΘΟΦΟΡΩΝ ΣΤΑ ΙΟΝΙΑ ΝΗΣΙΑ



Στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 οι Σουλιώτες συνθηκολόγησαν και ο Αλή Πασάς υποσχέθηκε να τους αφήσει ελεύθερους με όλη την κινητή ιδιοκτησία τους, ακόμη και τα όπλα τους, φτάνει να εγκατέλειπαν μαζί με τις οικογένειές τους, το ταχύτερο τα πατρώα εδάφη τους.
Έτσι τέσσερις μέρες μετά, στις 16 Δεκεμβρίου οι Σουλιώτες χωρίζονται σε τρεις φάλαγγες όπου και αναχώρησαν για τις ακτές της Ηπείρου. Η πρώτη φάλαγγα υπό τον Φώτο Τζαβέλλα και άλλους επικεφαλής των φαρών Δαγκλή, Βέικο Ζάρμπα, Δήμο Δράκο, Πανομάρα, έφθασε χωρίς καμία απώλεια στην Πάργα, που βρισκόταν υπό ρωσικό έλεγχο, και από εκεί πέρασε στην Κέρκυρα. Η δεύτερη φάλαγγα υπό τους Κίτσο Μπότσαρη και Κουτσονίκα χτυπήθηκε στο Ζάλογγο, 16 Δεκεμβρίου του 1803, όπου και ακολούθησε μια απέλπιδα μάχη ( στην οποία σκοτώθηκαν πολλοί Σουλιώτες ενώ περίπου 60 Σουλιώτισσες προτίμησαν, αντί την αιχμαλωσία, να γκρεμιστούν με τα παιδιά τους σ' ένα "χορό θανάτου" που έμεινε στην ιστορία ως χορός του Ζαλόγγου.

Σήμερα ένα μνημείο έχει στηθεί στους βράχους του Zαλόγγου ως φόρος τιμής στο ακαταδάμαστο πνεύμα των γυναικών αυτών. Η τρίτη φάλαγγα υπό τους Μποτσαραίους έφθασε στο Βουργαρέλι όπου ήταν το άντρο των Μποτσαραίων. Από εκεί αναχώρησαν τον Ιανουάριο, προς τα Άγραφα, φοβούμενοι παρασπονδία του Αλή Πασά, όπου και εγκαταστάθηκαν γύρω από τη Μονή Σέλτσου.
Τελικά στις 4 Απριλίου (1804) οι Τούρκοι περικυκλώνουν την περιοχή και ακολουθεί η περίφημη μάχη του Σέλτσου κατά την οποία πολλοί Σουλιώτες σφαγιάστηκαν και περισσότερες από 200 Σουλιώτισσες ακολούθησαν το παράδειγμα εκείνων του Ζαλόγγου. Πολλοί Σουλιώτες της 1ης κυρίως φάλαγγας εισήλθαν στην υπηρεσία των Ρώσων στην Κέρκυρα, όπου αποτέλεσαν ένα σημαντικό κομμάτι της λεγεώνας των ελαφρών τυφεκιοφόρων. Αυτό ήταν ένα σύνταγμα ατάκτων στρατιωτών, που οργανώθηκε από τους Ρώσους και συστάθηκε από πρόσφυγες των ηπειρωτικών χωρών. Δεν περιέλαβε μόνο Σουλιώτες, αλλά και Χειμαριώτες, Μανιάτες, κλέφτες και αρματωλούς.
Οι Σουλιώτες συμμετείχαν στις εκστρατείες στη Νάπολη το 1805, την Τένεδο το 1806, τη Δαλματία το 1806 και κατά τη διάρκεια της υπεράσπισης της Λευκάδας το 1807. Με τη Συνθήκη του Τίλσιτ το 1807 και την ύφεση μεταξύ της Ρωσίας και της Γαλλίας, οι ρωσικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από τα Επτάνησα και τα κατέλαβαν οι Γάλλοι. Οι Σουλιώτες και άλλα τμήματα των ρωσικών μονάδων εισήλθαν στην υπηρεσία των Γάλλων, σε μια μονάδα γνωστή ως σύνταγμα Σουλιωτών (Régiment Souliot). Κατά τη διάρκεια της αγγλογαλλικής διένεξης, μεταξύ 1810 και 1814, οι Σουλιώτες, ευρισκόμενοι στη γαλλική υπηρεσία, αντιμετώπισαν άλλους Έλληνες πρόσφυγες, που είχαν οργανωθεί από τους Βρετανούς σε ελαφρύ σύνταγμα πεζικού. Με δεδομένο ότι οι Σουλιώτες εγκαταστάθηκαν ως φρουρά στην Κέρκυρα, η οποία παρέμεινε υπό γαλλικό έλεγχο μέχρι το 1814, πολύ λίγοι εντάχθηκαν στην υπηρεσία των Βρετανών.

Οι Σουλιώτες αποχώρησαν οριστικά από τον τόπο που κατοίκησαν επί τετρακόσια χρόνια. Έφυγαν συγκροτημένοι σε γένη, διατηρώντας αναλλοίωτη την ιδεολογία της αυτονομίας του γένους, η οποία τους συνόδευε σε όλη αυτή την μακρά περίοδο, από τότε που ως νομάδες ποιμένες διείσδυσαν και εποίκισαν το όρος. Μαζί τους συναποκομίζουν ένα βασικό εφόδιο για ν’ επιβιώσουν στις σκληρές συνθήκες που τους αναμένουν μετά τον εκπατρισμό τους. Είναι η γνώση των όπλων και οι εμπειρίες των ένοπλων συγκρούσεων. Και τα δύο έχουν αποκτηθεί κατά τη μακρά εκείνη περίοδο, όταν θητεύουν στις παράλληλες δραστηριότητες και τον εναλασσόμενο ρόλο «του ποιμένα-ληστή και , εν τέλει, ένοπλου φορέα προστασίας στην ευρύτερη περιοχή».

Στις γνώσεις και τις εμπειρίες αυτής της θητείας θα βασιστεί η επιβίωσή τους και μετά τον εκπατρισμό τους στα Επτάνησα. Ο κύριος όγκος των Σουλιωτών προσφύγων θα διοχετευθεί στην Κέρκυρα και ένα μικρό μέρος στους Οαξούς. Η άφιξη ενός πληθυσμού δυόμιση περίπου χιλιάδων ορεινών πολεμιστών, συμπεριλαμβανομένων και των μελών των οικογενειών τους, δημιούργησε οξύτατο πρόβλημα στέγασης και σίτισης των προσφύγων. Οι Ρώσοι, που έχουν ήδη συγκροτήσει ιδιαίτερα στρατιωτικά σώματα Μοραϊτών και Μανιατών με σκοπό την ενίσχυση των δυνάμεών τους στα Επτάνησα, προβαίνουν αμέσως στη σύσταση και άλλου στρατιωτικού σώματος, το οποίο επανδρώνουν με Σουλιώτες, οι οποίοι εντάσσονται έτσι στους καλούμενους «Αλβανικούς λόχους», με όρο τη διατήρηση της περιβολής και της πατροπαράδοτης τακτικής τους.
Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίστηκε ο βιοπορισμός των ορεινών πολεμιστών και των οικογενειών τους. Μετά τη συνθήκη του Τίλσιτ, το 1807, και την εκχώρηση των Επτανήσων στους Γάλλους, εκείνοι δεν θα υποτιμήσουν τις πολεμικές ικανότητες των Σουλιωτών. Αμέσως θα συγκροτήσουν ιδιαίτερο στρατιωτικό σώμα, το «Αλβανικό Σύνταγμα», απαρτιζόμενο από 6 τάγματα, επανδρωμένα στο σύνολό τους από Έλληνες Σουλιώτες και ορισμένους Έλληνες πρόσφυγες οπλαρχηγούς από την Χιμάρα, Ήπειρο Στερεά και Πελοπόννησο. Κατά την διοργάνωση του εν λόγω συντάγματος έλαβαν, κυρίως, υπόψη την ιδιαιτερότητα της κοινωνικής οργάνωσης των Σουλιωτών, την αποκλειστική υπακοή στον αρχηγό της φάρας καθώς και τη οικεία σ’ αυτούς πολεμική τακτική. Η επιβίωση όμως των Σουλιωτών, μέσω παροχής στρατιωτικών υπηρεσιών, καθίσταται επισφαλής μετά την κατάληψη των νησιών του Ιονίου από τους Άγγλους. Οι τελευταίοι όταν καταλαμβάνουν την Κέρκυρα, το 1814 προχωρούν στη διάλυση του «Αλβανικού Συντάγματος», στο οποίο υπηρετούσε μέχρι τότε το μεγαλύτερο μέρος των Σουλιωτών προσφύγων. Στερούμενοι πλέον κάθε τρόπου βιοπορισμού, οι Σουλιώτες, απελπισμένοι θα απευθύνουν κατά την διάρκεια του Συνεδρίου της Βιέννης, το 1814, έκκληση βοήθειας προς τους Ρώσους. Ζητούν να προσληφθούν στο ρωσικό στρατό. Μετά την απόρριψη των αιτημάτων τους και ενώπιον του φάσματος της οικονομικής εξαθλίωσης, ορισμένοι, κυρίως οι φτωχότεροι Σουλιώτες, θα αποτολμήσουν την επιστροφή στην Ήπειρο και την ένταξη στη στρατιωτική υπηρεσία του Πασά των Ιωαννίνων.
Στην Ήπειρο του Αλή Πασά είχαν ήδη καταφύγει και αρχηγικά μέλη ισχυρών γενών, όπως ο Νικολός, γυιός του Φώτου Τζαβέλα, τον οποίο ο Αλή Πασάς διορίζει, στις 23. Δεκεμβρίου 1813, «Καπετάνον εις τα κόλια του Πλαχάβα». Ο Κίτσος Μπότσαρης επίσης επιστρέφει μαζί με την οικογένειά του, το 1813, στην Ήπειρο, εμπιστευόμενος πρόταση του Αλή πασά για ανάκτηση του αρματολικιού των Τζουμέρκων. Δολοφονείται όμως στην Άρτα, πιθανόν κατ' εντολή του Αλή, από τον ανταγωνιστή του αρματολό Γώγο Μπακόλα.

Τέλος άλλοι Σουλιώτες θα προσφέρουν στρατιωτικές υπηρεσίες εκτός Ήπειρου, όπως ο Φωτομάρας, που θα προσληφθεί στην Υπηρεσία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, στη Μάνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου